Ακόμα θυμάμαι την πρώτη νύχτα. Τα πάντα. Τις ετοιμασίες, τα ρούχα, το φαγητό,
το σχεδιάγραμμα της διαδρομής, τον φόβο για το άγνωστο,
την ίδια τη διαδρομή, ακόμα κι εκείνο το φούτερ που μου είχε κάνει δώρο μια ψυχή κάποια Χριστούγεννα και έμελλε να γίνει το αγαπημένο μου αρκετά χρόνια μετά.
Θυμάμαι εσένα εκείνο το βράδυ, τη μεγάλη αλήθεια της απόστασης,
ή μήπως ήταν το μεγάλο ψέμμα; Όπως και να ΄χει ήρθα και σε βρήκα,
εσένα και το χαρτί σου, πάντοτε προνοητικός,
με τις οδηγίες στο χέρι, όταν γίνει αυτό κάνεις αυτό, όταν γίνει εκείνο κάνεις εκείνο,
πας εδώ πας εκεί, προσέχεις αυτό, πατάς εκείνο. Κάθε κίνηση και μία οδηγία. Σε θυμάμαι εκείνο το βράδυ πέντε μέτρα πιο μακριά μου,κουλουριασμένο στον καναπέ, δίπλα μου.
Σε περίπτωση που αντιμετωπίσω κάποιο πρόβλημα. Σε θυμάμαι και τα επόμενα βράδια,
όποτε ήθελα βοήθεια, ήσουν πάντα εκεί, πότε με καλό τρόπο και πότε με εκείνο τον
απότομο και ακατανόητο τρόπο που κληρονόμησες από τον πατέρα σου.
Κοντεύουν 14 χρόνια από εκείνο τον τσακωμό, τόσο ίδιοι και συνάμα τόσο διαφορετικοί.
Θυμάμαι τα πρωινά που τρώγαμε μαζί μπροστά μέχρι να ξημερώσει,
θυμάμαι τα τραγούδια στη διαδρομή, τις διασκευές στον Παυλίδη, θυμάμαι εκείνο το
δανειάκι για το λάπτοπ, μια βάρδια το μήνα και ξεχρεώσαμε, μας έβγαλε
ασπροπρόσωπουςτόσα χρόνια, τι δεν είδαμε μέσα απο αυτή τη σταλιά.
Θυμάμαι αυτούς που πέρασαν να πούμε μιά κουβέντα κι αυτούς που δεν ήρθαν ποτέ
Θυμάμαι ΕΣΕΝΑ που ήρθες χωρίς να με ξέρεις καλά καλά, με επιφύλαξη για εκείνο το βράδυ οπού αν δεν συνέβαινε κάτι καλό θα το έριχνες στο καλοκαίρι.
.Ξέρεις πόσα καλοκαίρια ζήσαμε και θα ζήσουμε μαζί αγάπη μου?
Στα όμορφα και στα δύσκολα..
Θυμάμαι βράδια που τα ακολουθούσαν μέρες στο δρόμο, θυμάμαι δρόμους με βροχές
και να στεγνώνουμε μπροστά στη σόμπα, θυμάμαι το κρύο με τα διπλά γάντια
και τη καλοκαιρινή ζέστη μέσα.
Τα κολάζ στα κουτιά και τα άλλα κουτιά που φτιάχναμε τους φακέλλους με τις κόλλες Α4
και τις κάρτες με τα συρραπτικά. Εδώ κάναμε την πρώτη μας διαφήμιση.
Εδώ που κάποτε έκοβα βόλτες σ΄ένα άδειο πάρκινγκ φτιάχνοντας σενάρια στο φτωχό μου το μυαλό. Έριχνα το φταίξιμο σε μένα, σε σένα, σε σας. Όλα έγιναν για κάποιο σκοπό, ΚΑΛΟ ΣΚΟΠΟ.
Θυμάμαι νύχτες με καταιγίδες, χωρίς ρεύμα και με τους συναγερμούς να βαράνε,
τις τζαμαρίες να τρίζουν από τους σεισμούς κι εγώ να σου στέλνω
λυπημένες φατσουλες ξημερώματα,
Τις νύχτες με τη μουσική για παρέα να αναβιώνουμε τα haig nights χωρίς σταγόνα αλκοόλ,
τη Δίκη της Δευτέρας, το Γιουρόπα λιγκ της Πέμπτης και τη Μιρέλα στις καταιγίδες
να κουρνιάζει έξω απο την τζαμένια πόρτα.
Θυμάμαι ατελείωτες ώρες στο τηλέφωνο με ανθρώπους που έχω από τότε να μιλήσω,
είπαμε..όλα για κάποιο σκοπό γίνονται.
Τα 24ωρα της Πρωτοχρονιάς και την καθιερωμένη Καθαρά Δευτέρα.
Την ατελείωτη καριέρα στο μάνατζερ που αντικατέστησαν οι απανωτές σεζόν από κωμικές σειρές ίσα για να περνάει ο χρόνος.
Τα κορίτσια με τα καλοκαιρινά φορέματα και τα μεθυστικά αρώματα.
τους τσακωμούς και τις στεναχώριες, το περπάτημα με κάποιο σκοπο
και τα δεκάδες σημεία που ξεθάψαμε για να πιάσουμε μια καλή σύνδεση.
Θυμάμαι το βάψιμο στα μανταλάκια, γαμπροί και νύφες, το σφράγισμα
των καρτώνκι ας γράψανε ελάχιστοι. Θυμάμαι τους μήνες που δεν μιλούσαμε και απλά συναντιόμασταν, το μουντιάλ στη μεγάλη τηλεόραση, το pro κι εκείνη τη Πρωτοχρονιά μαζί,
εκείνη την τελευταία.
79 μήνες και μία νύχτα..
Θυμάμαι εκείνο το άδειασμα
79 μήνες και μία νύχτα..
πάντα υπήρχε κάποιος με παραπάνω αβάντες από μένα
79 μήνες και μία νύχτα..
Καμία άλλη.